Λευκοσκαλίδρα - Βικιπαίδεια Μετάβαση στο περιεχόμενο

Λευκοσκαλίδρα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Λευκοσκαλίδρα
Λευκοσκαλίδρα με το χειμερινό πτέρωμα στην Ταϊλάνδη
Λευκοσκαλίδρα με το χειμερινό πτέρωμα στην Ταϊλάνδη
Κατάσταση διατήρησης

Ελαχίστης Ανησυχίας (IUCN 3.1) [1]
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Υποσυνομοταξία: Σπονδυλωτά (Vertebrata)
Ομοταξία: Πτηνά (Aves)
Τάξη: Χαραδριόμορφα (Charadriiformes)
Οικογένεια: Σκολοπακίδες (Scolopacidae)
Γένος: Σκαλίδρα (Calidris)
Είδος: Calidris alba
Pallas, 1764
Συνώνυμα

Charadrius calidris(Linnaeus 1766), Crocethia alba (Pallas 1764), Erolia alba (Pallas, 1764)

Η λευκοσκαλίδρα (Calidris alba) είναι είδος μικρού παρυδάτιου πουλιού. Η ονομασία του γένους προέρχεται από την αρχαία ελληνική γλώσσα: καλίδρις ή σκαλίδρις είναι το όνομα που έδινε ο Αριστοτέλης σε κάποια γκρίζα παρυδάτια πτηνά. Το alba είναι λατινική λέξη που σημαίνει «λευκή».[2]

Αναπαράγεται μόνο στις Αρκτικές περιοχές, αλλά μεταναστεύει σε πολύ μεγάλες αποστάσεις, ταξιδεύοντας μέχρι τη Νότια Αμερική, τη νότια Ευρώπη, την Αφρική, μέχρι και την Αυστραλία. Κατά τον χειμώνα είναι πολύ ομαδικό, σχηματίζοντας κάποτε μεγάλα σμήνη σε επίπεδες παραλίες άμμου ή λάσπης.

Η λευκοσκαλίδρα διαφέρει αξιοπρόσεκτα από τις άλλες σκαλίδρες στην εμφάνιση, κάτι που έχει οδηγήσει στην πρόταση ότι θα έπρεπε να ταξινομηθεί ως ξεχωριστό (μονοτυπικό) γένος, το Crocethia. Ωστόσο, μία μεταγενέστερη μελέτη (Thomas κ.ά., 2004) υποδεικνύει ότι η λευκοσκαλίδρα είναι μία μάλλον τυπική μικρή σκαλίδρα.

Το μέγεθός της είναι παρόμοιο με εκείνο της λασποσκαλίδρας, 18 έως 20 εκατοστόμετρα, αλλά το σώμα είναι πιο ρωμαλέο και το ράμφος παχύ. Η μάζα της κυμαίνεται από 40 έως 100 γραμμάρια. Κατά το ξεχειμώνιασμα το πτέρωμα είναι πολύ ανοικτόχρωμο, σχεδόν λευκό (από όπου και το όνομα του είδους), εκτός από ένα τμήμα στους ώμους. Αργότερα το θέρος η κεφαλή και ο λαιμός αποκτούν καστανόχρωμο πτέρωμα. Τα νεαρά άτομα παρουσιάζουν εντονότερες αντιθέσεις, με σκούρα και λευκά τμήματα. Κατά την πτήση διακρίνεται μία έντονη λευκή ράβδος στις πτέρυγες. Τρέχει στις αμμώδεις παραλίες που προτιμά με μία χαρακτηριστική κίνηση «ποδηλάτη» στα πόδια, σταματώντας συχνά για να τσιμπήσει με το ράμφος της την τροφή της. Τρώει μικρά ασπόνδυλα, όπως είναι τα μικρά καβούρια. Την άνοιξη, λευκοσκαλίδρες της Αμερικής που ταξιδεύουν προς τα βόρεια καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες από αυγά ξιφόσουρας στην περιοχή του Κόλπου του Ντέλαγουερ.

Στο τέλος της ανοίξεως τα πουλιά φθάνουν στην Αρκτική, όπου ζευγαρώνουν και το θηλυκό γεννά τρία ή τέσσερα αυγά σε εσοχή του εδάφους. Στην περιοχή αυτή οι λευκοσκαλίδρες τρώνε κυρίως έντομα και λίγο φυτικό υλικό.

Η λευκοσκαλίδρα περιγράφηκε για πρώτη φορά από τον Πρώσο φυσιοδίφη Πέτερ Σίμον Παλάς το 1764, που της έδωσε το διωνυμικό όνομα Trynga alba.[3][4][5]

Η λευκοσκαλίδρα είναι ένα από τα είδη πτηνών στα οποία εφαρμόζεται η Συμφωνία επί της Διατηρήσεως των αφρικανικών και ευρασιατικών αποδημητικών παρυδάτιων πτηνών (AEWA).

Γεωγραφική κατανομή και ενδιαιτήματα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Λευκοσκαλίδρες στην παραλία του Σαν Φρανσίσκο

Η λευκοσκαλίδρα αναπαράγεται αποκλειστικά στις αρκτικές περιοχές, στα βόρεια όρια του Καναδά, της Αλάσκας, της Γροιλανδίας, της Ευρώπης και της Ασίας. Στην Ευρασία μια τέτοια περιοχή είναι η Σπιτσβέργη και οι παραλίες της Ρωσίας στον Βόρειο Παγωμένο Ωκεανό. Αλλά στο ξεχειμώνιασμά της βρίσκεται σχεδόν σε όλες τις ακτές των εύκρατων και τροπικών περιοχών, έχοντας ταξιδέψει από τρεις έως δέκα χιλιάδες χιλιόμετρα. Οι λευκοσκαλίδρες που ταξιδεύουν πιο μακριά φθάνουν πιο αργά και φεύγουν νωρίτερα μέσα στο έτος. Τα περισσότερα ενήλικα εγκαταλείπουν τις περιοχές αναπαραγωγής από τον Ιούλιο ή από τις αρχές Αυγούστου, ενώ τα νεαρά πουλιά τις εγκαταλείπουν στα τέλη Αυγούστου και στις αρχές Σεπτεμβρίου. Η μετανάστευση προς τα βόρεια αρχίζει από τον Μάρτιο στα νοτιότερα μέρη της κατανομής της λευκοσκαλίδρας.[6]

Το ενδιαίτημα αναπαραγωγής του πτηνού είναι η παραλιακή αρκτική τούνδρα βορείως της ισόθερμης των 5° C του Ιουλίου. Συνήθως επιλέγει ξηρές πετρώδεις περιοχές φωλιάσματος κοντά σε υγρότοπους, σε υψόμετρα από 60 έως και 800 μέτρα. Στο ξεχειμώνιασμα και στη διάρκεια των μεταναστευτικών ταξιδιών, βρίσκεται συνήθως σε αμμώδεις παραλίες ή σε παλιρροιακό αμμώδες έδαφος, σε λασπώδεις εκτάσεις και όχθες λιμνών, λιμνοθαλασσών και ποταμοών, και σπανιότερα σε βραχώδεις ακτές.[6]

Υπάρχουν δύο υποείδη λευκοσκαλίδρας:



  1. Calidris alba στο BirdLife International, 2012, ανακτ. 26 Νοεμβρίου 2013
  2. Jobling, James A. (2010). The Helm Dictionary of Scientific Bird Names. Λονδίνο: Christopher Helm. σελίδες 40, 84. ISBN 978-1-4081-2501-4. 
  3. Peters, James Lee (1934). Check-list of Birds of the World. Volume 2. Harvard University Press. σελ. 281 (Crocethia alba). 
  4. Sherborn, C. Davies (1905). «The new species of birds in Vroeg's catalogue, 1764». Smithsonian Miscellaneous Collections 47: 332-341 [341 No. 320]. https://www.biodiversitylibrary.org/page/8812106.  Περιλαμβάνει μεταγραφή του κειμένου του 1764.
  5. Rookmaaker, L.C.; Pieters, F.F.J.M. (2000). «Birds in the sales catalogue of Adriaan Vroeg (1764) described by Pallas and Vosmaer». Contributions to Zoology 69 (4): 271-277. http://www.repository.naturalis.nl/document/571856. 
  6. 6,0 6,1 Macwhirter, Bruce· Austin-Smith, Peter Jr.· Kroodsma, Donald (2002). «Sanderling (Calidris alba. The Birds of North America Online. Ithaca: Cornell Lab of Ornithology. doi:10.2173/bna.653. Ανακτήθηκε στις 29 Απριλίου 2009. 
  • Kirwan, Guy· Demirci, Barbaros· Welch, Hilary· Boyla, Kerem· Özen, Metehan· Castell, Peter· Marlow, Tim. The Birds of Turkey. Helm. ISBN 9781408104750.